Τα Βατραχάκια στο Αφρόγαλα
Μια φορά δύο βατραχάκια έπεσαν σε ένα βάζο με αφρόγαλα.
Αμέσως κατάλαβαν ότι βούλιαζαν. Ήταν αδύνατο να κολυμπήσουν ή να επιπλεύσουν για πολύ μέσα σ’ εκείνη την πηχτή μάζα που έμοιαζε με κινούμενη άμμο. Στην αρχή, τα βατραχάκια χτυπούσαν με μανία τα πόδια τους για να φτάσουν στην άκρη του δοχείου. Όμως, ήταν ανώφελο. Απλώς πλατσούριζαν στο ίδιο σημείο και βυθίζονταν περισσότερο. Ένοιωθαν ότι γινόταν όλο και δυσκολότερο ν΄ ανέβουν στην επιφάνεια και ν΄ αναπνεύσουν.
Το ένα φώναζε « Δεν μπορώ άλλο. Είναι αδύνατον να βγεις από εδώ. Σ’ αυτό το υλικό δεν μπορείς να κολυμπήσεις. Αφού θα πεθάνω που θα πεθάνω, δεν βλέπω γιατί πρέπει να παρατείνω το βάσανό μου. Τι νόημα έχει να πεθάνεις εξαντλημένος από μία στείρα προσπάθεια?»
Μόλις το είπε αυτό, έπαψε να χτυπάει τα πόδια του και βυθίστηκε αμέσως. Το κατάπιε κυριολεκτικά το πηχτό άσπρο υγρό.
Το άλλο βατραχάκι, πιο επίμονο και ίσως πιο πεισματάρικο, σκέφτηκε: «Δεν γίνεται! Δεν υπάρχει τρόπος να κουνηθείς μέσα σ’ αυτό το πράγμα. Ωστόσο, παρόλο που ο θάνατος πλησιάζει, προτιμώ να παλέψω ως την τελευταία μου πνοή. Δεν θέλω να πεθάνω ούτε δευτερόλεπτο πριν την ώρα μου».
Συνέχισε να προσπαθεί και να πλατσουρίζει στο ίδιο σημείο, δίχως να προχωρεί ούτε εκατοστό ώρες και ώρες.
Και ξαφνικά, τόσο που χτυπούσε τα πόδια του, το αφρόγαλα έπηξε κι έγινε βούτυρο.
Έκπληκτο, το βατραχάκι πήδηξε και πατινάροντας έφτασε στην άκρη του δοχείου. Και γύρισε στο σπίτι του κοάζοντας χαρούμενο.
Από το βιβλίο του Χόρχε Μπουκάι « Να σου πω μία ιστορία»
Αυτή η ιστορία μου αρέσει πολύ. Είναι τόσο απλή όσο ένα παραμυθάκι αλλά έχει μέσα της ένα τόσο δυνατό μήνυμα με το οποίο νομίζω με τον έναν ή τον άλλο τρόπο όλοι μπορούμε να ταυτιστούμε. Υπάρχουν πολλές φορές που παραιτούμαστε από τον στόχο μας, προδικάζοντας το αποτέλεσμα της προσπάθειάς μας αρνητικά. Ακόμα και για πράγματα που τα θέλουμε στη ζωή μας τόσο πολύ.
Κι όμως, πρέπει πάντα να συνεχίζουμε την προσπάθεια μας, ακόμα κι όταν όλα φαντάζουν ανώφελα.
Γιατί πρέπει να το κάνουμε αυτό?
Γιατί κάθε φορά που παίρνουμε μία απόφαση, συμβαίνει το εξής μέσα στο μυαλό μας.
Το συνειδητό μας μυαλό που θέλει να μάθει και να εξελιχθεί βάζει ένα δημιουργικό στόχο, πχ να αλλάξω δουλειά για να κάνω κάτι που μου αρέσει.
Την ίδια στιγμή, το υποσυνείδητο μυαλό σου, που θέλει και αναζητά τη σιγουριά στο οικείο και το γνωστό , σου πετάει αυτόματα σκέψεις όπως «Τι τη θέλεις τώρα την αλλαγή? Καλά είσαι εδώ. Μην ψάχνεις το καλύτερο, δεν υπάρχει. Να, αν θέλεις να νοιώσεις καλύτερα, άνοιξε την τηλεόραση και δες κάτι, να μην σκέφτεσαι»
Και κάπως έτσι φωλιάζει ο φόβος της αποτυχίας που μας ακινητοποιεί.
Δεν είναι ότι το υποσυνείδητό μας δεν μας αγαπάει ή δεν θέλει το καλό μας, απλά νομίζει ότι με αυτόν τον τρόπο, μας προστατεύει από το άγνωστο. Μόνο που αντί να μας προστατεύσει, μας καταδικάζει τελικά σε μία ζωή που δεν την έχουμε διαλέξει, σε μία δουλειά που δεν μας ικανοποιεί, σε μία σχέση τελματωμένη, σε μία καθημερινότητα άδεια από κάθε νόημα.
Μπορούμε όμως να γίνουμε ανώτεροι από αυτήν την κατάσταση για να μείνουμε προσηλωμένοι στο στόχο μας. Να αναγνωρίζουμε τις παγίδες του υποσυνείδητου που προσπαθούν να μας παραπλανήσουν ως άλλες Σειρήνες, να δούμε ότι , ναι, υπάρχουν και είναι εκεί αλλά εμείς αποφασίζουμε να συνεχίζουμε προς τον στόχο μας, ακολουθώντας τις συνειδητές μας επιλογές.